ψευδογραφώ

ψευδογραφώ
-έω, ΜΑ [ψευδογράφος]
γράφω ψεύδη, παραποιώ την αλήθεια
αρχ.
1. σχεδιάζω εσφαλμένα γεωμετρικά σχήματα
2. απεικονίζω με σφάλματα
3. κάνω εσφαλμένους υπολογισμούς.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • ψευδογράφῳ — ψευδόγραφος a drawer of false diagrams masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ψευδογράφημα — τὸ, Α [ψευδογραφώ] γεωμετρικό σχήμα που έχει σχεδιαστεί εσφαλμένα …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”